Η συγκλονιστική ιστορία του ακροβάτη που περπάτησε ανάμεσα στους Δίδυμους Πύργους!

Κοινωνικα

Η απίθανη ιστορία του ανθρώπου που ακροβάτησε σε ένα σκοινί ανάμεσα στα ψηλότερα κτίρια του κόσμου έχει γίνει και ταινία με τίτλο The Walk!

Το 1974 ένας άνθρωπος στερέωσε ένα σύρμα που ένωνε την ταράτσα του ενός από τους δίδυμους πύργους με αυτήν του άλλου. Και όταν ξημέρωσε, οι Νεοϋορκέζοι έκπληκτοι τον είδαν  να βολτάρει με άνεση στον αέρα. Τον είδαν, βέβαια, τρόπος του λέγειν. Ίσως, μόνο οι λίγοι τυχεροί με κιάλια. Οι υπόλοιποι μπορούσαν απλώς να διακρίνουν μια φιγούρα, 400 μέτρα από το έδαφος, να ισορροπεί σε ένα συρμάτινο σκοινί για ώρα, να υποτάσσει το κενό και να υποκλίνεται. Σε αυτό και σε αυτούς. Και κάπως έτσι αγάπησαν τους δίδυμους πύργους που μέχρι τότε θεωρούσαν έκτρωμα για την πόλη τους.

Ο Φιλίπ Πετίτ είδε για πρώτη φορά σχοινοβάτη σε ένα τσίρκο στην πατρίδα του, τη Γαλλία, όταν ήταν παιδάκι. Κι όσο κι αν στην πορεία ασχολήθηκε με διάφορα κόλπα που κάνουν οι ζογκλέρ, με τις κορίνες, τις μπάλες, τις φλεγόμενες δάδες και τα τρικ, το ζητούμενό του ήταν ένα: πού θα βρει δυο καλά σημεία να δέσει το σκοινί του και να περπατήσει ή να κάνει ποδήλατο πάνω. Χαμηλά στην αρχή φυσικά, ανάμεσα σε δυο κολώνες ή δυο δέντρα, πιο ψηλά αργότερα μα διστακτικά, με αστάθεια. Πάνω από μια λίμνη λίγο καιρό μετά ή στην σκηνή κάποιου τσίρκου. Ζούσε για αυτό, για το σύρμα του. Για την αναζήτηση της τέλειας τοποθεσίας που ποτέ δεν έβρισκε, κανένα ζευγάρι σημείων δεν μπορούσε να υποτάξει τη θέλησή του για κάτι όλο και πιο δύσκολο και ακατόρθωτο.

Κι έπειτα μια μέρα άνοιξε ένα περιοδικό και διάβασε το ρεπορτάζ για τους δίδυμους πύργους που χτίζονταν στη Νέα Υόρκη και ήταν ψηλότεροι ακόμα και από τον πύργο του Άιφελ. Και ένιωσε ότι βρήκε την τοποθεσία του. Αυτή που θα του προσέφερε την ευκαιρία να υλοποιήσει το αδύνατο. Να γίνει ένας μικρός θεός καταφέρνοντάς το. Μα δεν ονειροπόλησε πολύ. Πέρασε κατευθείαν στο σχεδιασμό του ονείρου του. Ξεκίνησε να μαζεύει χρήματα κάνοντας το ζογκλέρ στους δρόμους του Παρισιού, ενώ ταυτόχρονα προπονούνταν μέρα νύχτα πάνω στο σκοινί, ζητώντας από τους φίλους του να τον βοηθούν δυσκολεύοντάς τον, κουνώντας το σαν να είναι οι αέρηδες που θα φυσούσαν στο ύψος του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου. Άρχισε να σχηματοποιεί με λεπτομέρεια την ιδέα του χαρακτηρίζοντάς την «έγκλημα», μια παρανομία που στην ουσία θα ήταν μια καλλιτεχνική παράσταση.

Κάπου στο ενδιάμεσο σκέφτηκε να προβεί και σε άλλα εγκλήματα. Έδεσε ένα σκοινί ανάμεσα στα δύο καμπαναριά της Παναγίας των Παρισίων και προχώρησε στην πρώτη του παράνομη παράσταση που τον έκανε διάσημο, αλλά τον οδήγησε και σε μπλεξίματα με την αστυνομία. Κι ύστερα ξεκίνησε τα ταξίδια του στη Νέα Υόρκη. Με πολλή υπομονή και ζήλο, εξερεύνησε με κάθε λεπτομέρεια το πεδίο. Μεταμφιέσθηκε σε αρχιτέκτονα και τρύπωσε στο εργοτάξιο των υψηλότερων ορόφων των δίδυμων πύργων, υποδύθηκε το δημοσιογράφο για να μάθει λεπτομέρειες για την κατασκευή τους, ανεβοκατέβηκε χιλιάδες φορές ξεγλιστρώντας κρυφά στο ασανσέρ, μέχρι πια να είναι σίγουρος για το σχέδιό του. Και το βράδυ της 5ης προς 6η Αυγούστου, μαζί με μερικούς επίσης περιπετειώδεις φίλους του, μπήκε με όλο τον εξοπλισμό – σύρματα, καλώδια, ξύλα για στήριξη- στον έναν πύργο, ενώ στον άλλον τον περίμενε η υπόλοιπη ομάδα, η οποία με ένα βέλος εκτόξευσε απέναντι την πετονιά, στην οποία ήταν δεμένο το σχοινί που θα ένωνε τα δύο σημεία του αδύνατου.

Μόλις χάραξε και πριν τα γραφεία των πύργων αρχίσουν να λειτουργούν, έκανε το πρώτο του βήμα. Χωρίς να κοιτάξει κάτω, κοιτώντας μόνο μπροστά. Έκανε τα βήματα που χρειαζόταν και έφτασε στον άλλο πύργο. Στους φίλους του που τον επευφημούσαν και νόμιζαν πως το κατόρθωμα είχε ολοκληρωθεί με αυτό το πέρασμα. Μα εκείνος ήξερε πως τίποτα δεν είχε τελειώσει, πως θα τελείωνε μόνο όταν θα τον έδιωχνε το σκοινί από πάνω του. Έκανε κάμποσες βόλτες πέρα δώθε κι έπειτα συνειδητοποίησε πως και στις δύο πλευρές τον περίμεναν με χειροπέδες οι αστυνομικοί της Νέας Υόρκης που του εξηγούσαν πως είχε παραβιάσει περί τις εκατό διατάξεις. Κι έτσι, για να τους εμπαίξει, για να τους τονίσει την αδυναμία τους, για να κοροϊδέψει ακόμα και το ελικόπτερο που πέταγε πάνω από το κεφάλι του διατάζοντάς τον να κατέβει αμέσως, έμεινε συνολικά 45 λεπτά πάνω στο σύρμα, 400 μέτρα από το έδαφος. Περπάτησε, ξάπλωσε κι έπειτα έκανε το αδιανόητο και απαγορευμένο. Κοίταξε κάτω. Και είδε το πλήθος να τον χαζεύει. Σχεδόν άκουσε το μουρμουρητό του, τις φωνές έκπληξης και θαυμασμού. Υποκλίθηκε και γύρισε, νικητής πλέον, γητευτής του ακατόρθωτου, να τον συλλάβουν.

Φυσικά, μην έχοντας διαπράξει κάποιο στυγερό έγκλημα, αφέθηκε ελεύθερος και οι ποινές του δικαστηρίου συνοψίσθηκαν σε μία: να δώσει στο Central Park μία παράσταση αφιλοκερδώς για τα παιδιά. Το έκανε, όπως έκανε και πλήθος άλλων, διάσημος πλέον. Ζει ακόμα στη Νέα Υόρκη και εκτός από την τέχνη του ασχολείται και με τη συγγραφή βιβλίων και την εκφώνηση ομιλιών για αυτό, στο οποίο μπορεί να συμβουλέψει τον καθένα καλά: πώς να βρει το όνειρό του, να το σχεδιάσει, να κάνει τα πάντα για να το υλοποιήσει και να αισθανθεί την ευτυχία της αυτοπραγμάτωσης.

Πηγές
Wikipedia
IMDb